Αξιότιμοι Διοργανωτές,
Εκλεκτοί Ομιλητές,
Αγαπητές και Αγαπητοί Συνάδελφοι,
Κυρίες και Κύριοι,
Ευχαριστώ το Νομικό Παλμό και προσωπικά τον αρχισυντάκτη Νίκο Μάλαμα, για την εξαιρετικά τιμητική πρόσκληση καθώς και τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Δημήτρη Βερβεσό, για την τιμή να χαιρετίσω εκ μέρους του Συλλόγου τις εργασίες της αποψινής ημερίδας που θέτει στο επίκεντρο την ολοένα και αυξανόμενη δυσπιστία των πολιτών απέναντι στη Δικαιοσύνη, το Πολιτικό Σύστημα και τα Μέσα Ενημέρωσης.
Για όλες αυτές τις εξαιρετικά υψηλού επιπέδου επιστημονικές διοργανώσεις του Νομικού Παλμού, με επίκεντρο το Κράτος Δικαίου και τη λειτουργία της Δημοκρατίας, της Δικαιοσύνης, των πολιτικών θεσμών, της Βουλής, της Κυβέρνησης και των Ανεξαρτήτων Αρχών, των ατομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων, των θεσμικών εγγυήσεων του Συντάγματος, και εν γένει του συνόλου των θεσμών της δημοκρατικής κοινωνίας, αξίζουν τα θερμότερα των συγχαρητηρίων!
Όλα αυτά τα χρόνια που οι συνάδελφοι με τιμούν με την εμπιστοσύνη τους στο ΔΣ του ΔΣΑ, τόσο ως απλό μέλος όσο και από τη θέση του Αντιπροέδρου, όση έμφαση έχω δώσει στην προάσπιση των δικαιωμάτων και των συμφερόντων του σώματος και στη διαρκή υποστήριξη των συναδέλφων για την επίλυση προβλημάτων και τη βελτίωση της δικηγορικής καθημερινότητας, εξίσου έχω προσπαθήσει να αναδείξω και, όσο περνάει από το χέρι μου, να ενθαρρύνω και να ενισχύσω το θεσμικό ρόλο των δικηγόρων και των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας στην προάσπιση της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου.
Παρακαλώ να μου επιτρέψετε απόψε, μιας και η εκδήλωση απευθύνεται πρωτίστως σε νέους νομικούς, που δεν έχουν ακόμα «εμποτιστεί» με τη φθορά και τη διαφθορά του συστήματος της κοινωνίας των «μεγάλων» και έτσι δεν έχουν μάθει να «στρογγυλεύουν» τις αλήθειες με «πολιτικά ορθές» διατυπώσεις, να πω κι εγώ τα πράγματα ακριβώς όπως τα σκέφτομαι και τα αισθάνομαι, προτάσσοντας όχι τις ιδιότητες του επιστήμονα του συνταγματικού δικαίου και του εκπροσώπου του δικηγορικού σώματος, αλλά την ιδιότητα του πολίτη και του νομικού, που πλησιάζοντας στα 42 του χρόνια, βιώνει και ο ίδιος τη μεγαλύτερη κρίση εμπιστοσύνης που έχει βιώσει ποτέ απέναντι στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και στο Πολιτικό Σύστημα και απέναντι στην ίδια τη Δικαιοσύνη.
Επικαλούμενος τη διαχρονική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με την οποία η ελευθερία της έκφρασης έχει αξία και, αν όχι πρωτίστως, για τις ιδέες που «προσβάλλουν», «σοκάρουν» ή «ενοχλούν», αισθάνομαι την ανάγκη να σας προειδοποιήσω ότι απόψε κάποιοι από εσάς που με υφίστασθε πιθανόν να βιώσετε και τα τρία αυτά συναισθήματα.
Ξεκινώντας από το πολιτικό σύστημα, παρά τον «πρωθυπουργικό» χαρακτήρα του ελληνικού συνταγματικού πολιτεύματος, ποτέ άλλοτε στη Μεταπολίτευση η πολιτική εξουσία δεν ήταν σε τέτοιο απόλυτο βαθμό συγκεντρωμένη σε ένα μόνο πρόσωπο. Μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 1986 γίνεται λόγος για «διακοσμητικό» χαρακτήρα του θεσμού του Προέδρου της Δημοκρατίας. Πιο πρόσφατα άρχισε να γίνεται αντιληπτός και ο εν πολλοίς «διακοσμητικός» χαρακτήρας της Βουλής, η οποία στην πράξη περιορίζεται στη νομοθετική επικύρωση των νομοσχεδίων που εισάγει η Κυβέρνηση, χωρίς να μπορεί να αλλάξει ούτε ένα γράμμα, ούτε ένα σημείο στίξης σε κείμενο νομοσχεδίου αν δεν συναινεί ο αρμόδιος υπουργός. Αυτό όμως που δραματικά άλλαξε από το 2019 και μετά είναι ότι τείνουν να αποκτούν «διακοσμητικό χαρακτήρα» και τα ίδια τα μέλη της Κυβέρνησης, καθώς με το λεγόμενο «επιτελικό κράτος», κρίσιμα νομοσχέδια δεν ετοιμάζονται καν από τα αρμόδια υπουργεία, αλλά έρχονται έτοιμα σε αυτά απευθείας από τις υπηρεσίες του πρωθυπουργού. Αυτή την καθεστωτική μονοκρατορία, την «ενός ανδρός αρχή», έχει απογειώσει η -ομοίως πρωτοφανής για το ελληνικό πολιτικό σύστημα- έλλειψη συγκροτημένης αντιπολίτευσης. Έτσι παρά την καταγραφόμενη δυσαρέσκεια της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού απέναντι στην Κυβέρνηση και παρά τη συρρίκνωση της εκλογικής επιρροής της, όπως αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις, η πολιτική κυριαρχία της κάθε άλλο παρά αμφισβητείται, καθώς η γενικευμένη αυτή δυσαρέσκεια διοχετεύεται είτε σε πολλές διαφορετικές και ως τέτοιες πολιτικά ανίσχυρες επιλογές είτε στην αποχή. Το πολιτικό αυτό αδιέξοδο, η αδυναμία να φανεί κάποιο φως στην άκρη του τούνελ, ανατροφοδοτεί και επιτείνει, ως φαύλος κύκλος, τη δυσπιστία των πολιτών απέναντι στο πολιτικό σύστημα.
Αντιστοίχως, η έλλειψη συγκροτημένου πόλου αντιπολίτευσης ανατροφοδοτεί τη συσπείρωση των κυριότερων οικονομικών συμφερόντων και κατ’ επέκταση, των κυριοτέρων συστημικών μέσων ενημέρωσης, γύρω από την Κυβέρνηση. Για παράδειγμα, πριν από λίγους μήνες ο Αναπληρωτής Καθηγητής Οικονομικής Επιστήμης στο Singapore Management University, Κοσμάς Μαρινάκης, ένας εξαίρετος επιστήμονας, ευρύτερα γνωστός μέσα από τις διαδικτυακές εκπομπές «Greekonomics» ανέλυσε την κατάσταση στη σημερινή Ελλάδα, με αναφορά στις συνδιαλλαγές της πολιτικής εξουσίας με άλλα «σκιώδη» κέντρα, που συνδέονται με το χρήμα και την επικοινωνία, δηλαδή τις τράπεζες και τα Μέσα Ενημέρωσης -αναφέρομαι στη γνωστή εκπομπή «Το Τρίγωνο της Διαπλοκής»- εξηγώντας με απλά λόγια πώς η στήριξη της Κυβέρνησης από συστημικά Μέσα Ενημέρωσης εξαργυρώνεται, όχι άμεσα από κυβερνητικές παροχές (που βεβαίως και αυτό συμβαίνει), αλλά έμμεσα από ωφελήματα που αυτά απολαμβάνουν από τις τράπεζες, οι οποίες σε αντάλλαγμα αφήνονται ανεξέλεγκτες να καρτελοποιήσουν την τραπεζική αγορά. Έτσι, μέσω τέτοιων τριγωνικών σχέσεων η διαπλοκή παραμένει «αφανής». Και μολονότι όλα αυτά οι πολίτες δεν μπορούν να τα γνωρίζουν, κανείς μας δεν μπορεί να τα γνωρίζει επ’ ακριβώς πέραν εκείνων που οι ίδιοι αποτελούν μέρος αυτών των συναλλαγών, αντιλαμβάνονται εντούτοις όλο και περισσότερο πώς λειτουργούν σήμερα διάφορα μέσα ενημέρωσης.
Ακόμα και εγώ που τα καταθέτω αυτά, δεν είχα συνειδητοποιήσει πλήρως την έκταση και το βάθος αυτών των σχέσεων μέχρι πολύ πρόσφατα, όταν στο πρόσωπο του Προέδρου του ΔΣΑ και της Ολομέλειας, Δημήτρη Βερβεσού, στοχοποιήθηκε με πρωτοφανή τρόπο το δικηγορικό σώμα, εξαιτίας της στήριξης που παρέχουμε στο Σύλλογο Συγγενών Θυμάτων για την απόδοση δικαιοσύνης στο έγκλημα των Τεμπών. Χωρίς να υπάρξει κανένα νέο «γεγονός», το οποίο δημοσιογραφικά αποτελεί προϋπόθεση ώστε να υπάρξει «είδηση», μια νύχτα -γιατί νύχτα συμβαίνουν συνήθως αυτά- διατυπώθηκε από κυβερνητικά χείλη η «άποψη» ότι τάχα αποκρύψαμε το σχετικό τεχνικό πόρισμα που παραγγείλαμε και το οποίο έχουμε καταθέσει στη δικαιοσύνη εδώ και πάνω από ένα χρόνο. Εμένα προσωπικά, έχοντας επίγνωση του πώς λειτουργεί το συγκεκριμένο σύστημα εξουσίας και κατά τη γνωστή τακτική των ενόχων «η επίθεση είναι η καλύτερη άμυνα», καμία εντύπωση δεν μου έκανε η συκοφαντική επίθεση αυτή καθαυτή, διότι το ψεύδος ήταν αυταπόδεικτο -δεν γίνεται να έχεις αποκρύψει κάτι που έχεις αρμοδίως καταθέσει- αλλά ήταν αληθινά σοκαριστικό το πώς, από το επόμενο πρωί, ξεκίνησε ένας καταιγισμός ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών, ένας καταιγισμός δημοσιευμάτων σε φιλοκυβερνητικά έντυπα και ένας καταιγισμός αναρτήσεων στο σύνολο των φιλοκυβερνητικών ιστοτόπων -για να μην αναφερθώ καν στα τρολ του twitter και του facebook- που όχι απλώς αναπαρήγαγαν την κυβερνητική άποψη, αλλά εμφανώς επιδίωκαν με πλείστες όσες διατυπώσεις να την αναπτύξουν και να τη διογκώσουν ακόμα περισσότερο! Έτσι, με έναν αδιανόητο συντονισμό που δεν είχαμε ξαναδεί ούτε για πραγματικές ειδήσεις, αντί ο Τύπος και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης να πιέζουν για την απόδοση δικαιοσύνης σε αυτό το εθνικό έγκλημα, δημιουργήθηκε τεχνητή «επικαιρότητα», χωρίς κανένα νέο «γεγονός», με πρόδηλο στόχο να περάσουν το μήνυμα στους πολίτες ότι δήθεν κάτι αθέμιτο έπραξαν οι δικηγόροι!
Συγχρόνως και αντιστρόφως, μόλις ένας φιλοκυβερνητικός «συνδικαλιστής» βγει να διατρανώσει πόσο συμφωνεί με τις πρόσφατες εκτεταμένες αλλαγές στον ΠΚ και τον ΚΠΔ, αλλαγές τις οποίες είχαν καταδικάσει σχεδόν το σύνολο του δικηγορικού σώματος, οι ενώσεις ποινικολόγων και οι Νομικές Σχολές της Χώρας, του δίνεται βήμα σε εκπομπές πανελλήνιας εμβέλειας! Μόλις ένας φιλοκυβερνητικός «συνδικαλιστής» βγει να διατρανώσει πόσο καλά δήθεν λειτουργεί το Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα κι ότι απλά πρέπει να γίνουν κάποιες βελτιώσεις, αυτό γίνεται «είδηση» και αναπαράγεται μαζικά από το σύνολο των φιλοκυβερνητικών ιστοσελίδων. Οι πολίτες όμως, όπως και οι δικηγόροι, ολοένα και περισσότερο αντιλαμβάνονται αυτό το ρόλο των συστημικών μέσων ενημέρωσης, εξού και η γενικευμένη δυσπιστία απέναντι και σε αυτά.
Επίτηδες άφησα τελευταία τη δικαιοσύνη.
Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι,
Φαινόμενα διαπλοκής και διαφθοράς παρατηρούνται ακόμα και στις πιο προηγμένες δημοκρατίες, καθώς είναι εγγενής η τάση της εκτελεστικής εξουσίας να επιδιώκει, με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο, να ελέγχει ό,τι περισσότερο μπορεί να ελέγξει. Η διαφορά στις δημοκρατίες στις οποίες λειτουργεί το Κράτος Δικαίου, είναι ότι οι δικαστές αποτελούν ισχυρό θεσμικό αντίβαρο απέναντι στην ασυδοσία της πολιτικής εξουσίας. Δεν «θυμούνται» οι δικαστές την ισοτιμία της δικαστικής με τις άλλες εξουσίες μόνο όταν καλούνται να κρίνουν την ισότιμη αύξηση των αποδοχών τους! Για την οικονομία του χρόνου, θα παραλείψω την επανάληψη του διαχρονικού προβληματισμού σχετικά με τα ζητήματα που δημιουργεί στη δικαστική ανεξαρτησία η συνταγματική πρόβλεψη για το διορισμό της ηγεσίας της Δικαιοσύνης από την Κυβέρνηση. Γιατί, παρά και τη συνταγματική αυτή πρόβλεψη, η εντύπωση που υπήρχε στο παρελθόν περί σχέσεων εξάρτησης ανώτατων δικαστικών λειτουργών με την πολιτική εξουσία ήταν, νομίζω, πολύ υποδεέστερη σε σχέση με την εντύπωση που υπάρχει σήμερα. Όχι μόνο για τις αποφάσεις που έβγαζαν τα ανώτατα δικαστήρια, αλλά και γιατί από τη στιγμή που κάποιος γινόταν πρόεδρος ανώτατου δικαστηρίου, δεν είχε πλέον τίποτα να περιμένει και έτσι, μολονότι είχε τοποθετηθεί στη θέση αυτή με κυβερνητική επιλογή, ήταν αναμενόμενο να ενδιαφέρεται πολύ περισσότερο για την απόδοση ουσιαστικής δικαιοσύνης και κατ’ επέκταση για την υστεροφημία του. Τι είναι αυτό που άλλαξε σήμερα… Κατά τη διάρκεια της παρούσας θητείας μου, συμμετέχοντας ως εκπρόσωπος του Προέδρου του ΔΣΑ, στη ΓΣ μιας δικαστικής ένωσης, παρουσία και της τότε απερχόμενης Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου του αντίστοιχου κλάδου, άκουσα απευθύνοντες χαιρετισμό να της εύχονται, δια μικροφώνου, με διάφορες διατυπώσεις, «καλή επιτυχία στα καθήκοντα που στο εξής θα αναλάμβανε»! Σοκαρίστηκα. Θεωρείτο, δηλαδή, δεδομένο ως αυτονόητο, ότι ένας Πρόεδρος Ανωτάτου Δικαστηρίου, μετά τη λήξη της θητείας του θα αναλάβει κάποια άλλη διοικητική θέση, είτε σε φορείς της δημόσιας διοίκησης είτε σε Ανεξάρτητες Αρχές. Και ερωτώ, ακόμα κι αν ένας ανώτατος δικαστής αισθάνεται ο ίδιος ή/και είναι πράγματι αμερόληπτος, πώς μπορεί να πείσει τον οποιονδήποτε ότι ενόσω υπηρετεί στην ηγεσία της δικαιοσύνης δεν μεθοδεύει την έκδοση «φιλοκυβερνητικών» αποφάσεων, ώστε να είναι αρεστός στην Κυβέρνηση προκειμένου μετά την αφυπηρέτησή του να διοριστεί σε άλλη δημόσια θέση; Εφόσον ο ανώτατος δικαστής εξακολουθεί να διαθέτει σωματική ικανότητα και πνευματική διαύγεια, αντί να διορίζεται σε άλλες θέσεις, γιατί να μην του δοθεί η συνταγματικά η επιλογή να παραμένει στο ανώτατο δικαστήριο και μετά τη συμπλήρωση του ελάχιστου χρόνου συνταξιοδότησης, να είναι δηλαδή πραγματικά «ισόβιος», όπως συμβαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Η απάντηση είναι, γιατί στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε να είναι πραγματικά ανεξάρτητος και αυτό καταλαβαίνουμε ότι στην Ελλάδα δεν θα το ήθελε καμία Κυβέρνηση.
Η κατάσταση αυτή, σε συνδυασμό με τη γενικευμένη πεποίθηση ότι σε μείζονος σημασίας υποθέσεις δεν αποδόθηκε δικαιοσύνη -ενδεικτικά αναφέρω το πρωτοφανές σε μέγεθος και έκταση σκάνδαλο των υποκλοπών, το έγκλημα των Τεμπών, την αντικατάσταση των μελών του ΕΣΡ και της ΑΔΑΕ χωρίς την τήρηση της συνταγματικά προβλεπόμενης πλειοψηφίας στη διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής και εσχάτως την απόφαση για τη συνταγματικότητα των φορολογικών τεκμηρίων σε υπόθεση με 97 προσφεύγοντες και δεκάδες λόγους αντισυνταγματικότητας σε 7 διαφορετικές αιτήσεις ακύρωσης, απόφαση που ανακοινώθηκε μέσα σε μόλις τρεις εβδομάδες, μετά από μόλις δύο διασκέψεις, η πρώτη εκ των οποίων είχε οριστεί για την ίδια ημέρα που έληγε η προθεσμία των υπομνημάτων αντίκρουσης μετά τη συζήτηση- ευλόγως έχει οδηγήσει το 70-80% των πολιτών να δηλώνουν στις διάφορες μετρήσεις ότι δεν έχουν εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη.
Κλείνοντας, γιατί δεν συνηθίζω να μακρηγορώ, η Ελληνική Πολιτεία σήμερα τείνει σε μια «εκλογική δημοκρατία», όμως χωρίς θεσμικά αντίβαρα η Δημοκρατία μας δεν θα επιβιώσει. Και όταν η Δικαιοσύνη δεν ανταποκρίνεται στο θεσμικό της ρόλο, όταν οι Ανεξάρτητες Αρχές δεν μπορούν να λειτουργήσουν όπως θα όφειλαν, το μόνο πραγματικό αντίβαρο απέναντι στην πανίσχυρη εκτελεστική εξουσία είναι ο ίδιος ο λαός. Είναι η Κοινωνία των Πολιτών! Είναι οι πολλές εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, πολύ περισσότεροι από όσους μετέδωσαν τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, οι οποίοι διαδήλωσαν απαιτώντας δικαιοσύνη για το έγκλημα των Τεμπών. Είναι τα εκατομμύρια των πολιτών που στις αυτοδιοικητικές εκλογές ανά την επικράτεια, σε παρά πολλές περιπτώσεις απέτρεψαν με την ψήφο τους την εκλογή κυβερνητικών υποψηφίων δημάρχων και περιφερειαρχών. Είναι οι εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και ελεύθεροι επαγγελματίες που στις επαγγελματικές τους ενώσεις και συλλόγους με την ψήφο τους απέτρεψαν την εκλογή ή επανεκλογή κυβερνητικά υποστηριζόμενων διοικήσεων. Είμαστε και οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, και το λέω με υπερηφάνεια για το Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, που εδώ και τρεις δεκαετίες, με την όποια κυβέρνηση, ουδέποτε έχουμε εκλέξει κυβερνητικά ελεγχόμενο Πρόεδρο και Διοικητικό Συμβούλιο. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, με τα όποια λάθη και τις όποιες αδυναμίες μας, είναι δημοκρατική ανάγκη να κρατήσουμε αναμμένους και φωτεινούς, τους τελευταίους φάρους Ελευθερίας και Δημοκρατίας, όταν τα περισσότερα άλλα φώτα έχουν σβήσει, και να στηρίζουμε σε όλα τα επίπεδα και με όλες μας τις δυνάμεις τους ευσυνείδητους δικαστές, τις πραγματικά Ανεξάρτητες Αρχές, αλλά και όλους τους ελεύθερους ανθρώπους που δίνουν καθημερινά τις δικές τους μάχες για τη Δημοκρατία και τα θεμελιώδη ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Και να ανάψουμε ακόμα περισσότερα φώτα, πολύ περισσότερα φώτα μέσα στην ελληνική κοινωνία, ώστε ό,τι συσκοτίστηκε να φωτιστεί και ό,τι συγκαλύφθηκε να αποκαλυφθεί.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΠ. ΜΑΝΤΖΟΥΤΣΟΣ
Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής ΕΚΠΑ
Σύμβουλος, τ. Αντιπρόεδρος ΔΣΑ
* Επισυνάπτεται το σχετικό βίντεο.